ρέιτερς

ρέιτερς
Είδος ιππικού που εμφανίστηκε στους μισθοφορικούς στρατούς της Δυτ. Ευρώπης τον 16o αι., παράλληλα με τους θωρακοφόρους και τους δραγώνους, και αντικατέστησε το βαρύ ιππικό των ιπποτών. Η λέξη προέρχεται από τη γερμανική λέξη reiter που σημαίνει ιππέας. Τον οπλισμό των ρ. αποτελούσαν ένα μακρύ σπαθί, δυο πιστόλια και τουφέκι ή καραμπίνα. Φορούσαν επίσης περικεφαλαία και θώρακα. Οι ρ. έκαναν επίθεση σε πυκνές φάλαγγες. Η οργάνωση και η τακτική τους κωδικοποιήθηκαν από τον Μαυρίκιο της Οράγγης, που την εφάρμοσε στον στρατό των Κάτω Χωρών. Οι ρ. ήταν κυρίως Γερμανοί, οι οποίοι υπηρετούσαν στους μισθοφορικούς τακτικούς στρατούς των γερμανικών κρατών, της Πολωνίας και της Σουηδίας. Στις αρχές του 18ου αι. οι ρ. εκτοπίστηκαν από τους δραγώνους και τους ζέγκερς. Τάγματα ρ. υπήρχαν και στη Ρωσία από το 1630 έως το τέλος του 18ου αιώνα. Περικεφαλαία των ρέιτερς ταγμάτων που διακρίθηκαν για την υπερβολική τους σκληρότητα (Πολεμικό Μουσείο, Ρώμη).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”